Γιάννης Σπυρόπουλος (1912-1990)

Ο κλασικός της αφαίρεσης

Όταν τον Ιούλιο του 1973, σε μια από τις πιο όμορφες γωνιές της αττικής γης, ο Γιάννης και η Ζωή Σπυροπούλου αποφάσισαν να μεταφέρουν τον κόσμο τους και άρχισαν να χτίζουν, με πολύ μεράκι, το καινούριο τους σπιτικό, κανείς μας δεν είχε υποψιαστεί, ότι ήταν προαποφασισμένο να προσφέρουν στις επόμενες γενιές ένα από τα πρώτα μονογραφικά Μουσεία της πατρίδας μας. Γι' αυτό όλοι οι φίλοι, βλέπαμε με κάποια απορία, να ορθώνεται στην πλαγιά του ερημικού, τότε, βουνού, ένα πρωτοποριακής σύλληψης οικοδόμημα, έργο του ίδιου του καλλιτέχνη, με μεγάλα ανοίγματα, άνετα αίθρια και χώρους με προδιαγραφές εκθεσιακών αιθουσών.


Σελίδα Νο 5 (1965)

Με την ίδια φιλοσοφία, το κέλυφος αλλά και όλοι οι χώροι του σπιτιού της Εκάλης απηλλάγησαν από κάθε περιττό διακοσμητικό στοιχείο για να υποδεχθούν, με μουσειακή λειτουργικότητα ολόκληρο το έργο του μεγάλου έλληνα δημιουργού. Έτσι στο ισόγειο με τις μνημειακές διαστάσεις και τις μετακινούμενες επιφάνειες, δεσπόζουν οι μεγάλες συνθέσεις του καλλιτέχνη και από τις ανοιχτές επιφάνειες δένουν αρμονικά με τον εξωτερικό χώρο.

Εκεί σ' ένα περιβάλλον φτιαγμένο με φυτά και δένδρα της πατρίδας μας, ο Γιάννης και η Ζωή Σπυροπούλου τοποθέτησαν με ευαισθησία και αγάπη τα γλυπτά που αγαπούσαν και θαύμαζαν. Ανάμεσά τους μια θαυμάσια σύνθεση από ανοξείδωτες κινούμενες σπείρες και νερό, του Νέστορα της ελληνικής γλυπτικής και κορυφαίου δημιουργού, Γιώργου Ζογγολόπουλου.

Σ' αυτόν τον υψηλής αισθητικής χώρο, ο Γιάννης Σπυρόπουλος έζησε και δημιούργησε, σε απόλυτη αρμονία με τις αρχές του και τα πιστεύω του, έχοντας πάντα ως συμπαραστάτη, την απέραντη αφοσίωση και τρυφερότητα της λατρευτής του Ζωής, της "ζωής" του όπως συνήθιζε να την αποκαλεί. Σ' αυτήν άλλωστε την εστία, κατάφεραν οι δυο τους να συνδυάσουν απόλυτα την καλλιτεχνική λιτότητα, τη ζεστασιά της ψυχής και τη θαλπωρή της απαράμιλλης φιλοξενίας. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι, από πολύ νωρίς, φίλοι, μαθητές, φοιτητές, ιστορικοί και κριτικοί τέχνης, καλλιτέχνες και Διευθυντές μουσείων απ' όλο τον κόσμο μαζί με πνευματικούς ανθρώπους και φιλότεχνους, συνήθισαν ν' ανηφορίζουν καθημερινά για να απολαύσουν τη μοναδική αυτή ατμόσφαιρα και να γευθούν τη συντροφιά του μεγάλου αναχωρητή και της Ηγερίας του.

Γιατί ο Γιάννης Σπυρόπουλος αρνείται σχεδόν κατηγορηματικά να απομακρυνθεί από το χώρο του αλλά και παλιότερα από τον τόπο του. Έτσι παρά τις λαμπρές προοπτικές που διανοίγονται κατά τη διάρκεια των σπουδών του στις σημαντικότερες καλλιτεχνικές ακαδημίες του Παρισιού, επιστρέφει σύντομα στην Αθήνα την οποία έκτοτε θα εγκαταλείψει προσωρινά και μόνο για τις παρουσιάσεις των έργων του στα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα του κόσμου (Νέα-Υόρκη, Μιλάνο, Μόναχο, Παρίσι, Τορόντο, Βρυξέλλες, Ουάσιγκτον κ.α.) Οι εκθέσεις του σχολιάζονται από τα κορυφαία ονόματα της διεθνούς κριτικής (Michel Ragon, Charles Spencer, Ubro Apollonio) τις στήλες των έγκυρων καλλιτεχνικών εντύπων.

Σκάλες σε δρομάκι της Μυκόνου
Σκάλες σε δρομάκι της Μυκόνου (1955)

Παίρνει επίσης μέρος στις αξιολογότερες διεθνείς εικαστικές εκδηλώσεις : Biennale Sao-Paulo, Αλεξάνδρειας, Λιουβλιάνας, Μόντρεαλ, Οζάκα, Βιέννη, Λωζάνη, Μινεσότα, Ελσίνκι, Ρώμη, Μπολόνια. Κι ας μη μας διαφεύγει, ότι είναι ο πρώτος έλληνας καλλιτέχνης που συμμετείχε με ειδική πρόσκληση στη Documenta του Κάσελ, όταν η εκδήλωση βρισκόταν στο απόγειο της φήμης της (1964).

Κυρίως όμως οφείλουμε να τονίσουμε, ότι παραμένει, δυστυχώς για τη χώρα μας, ο μόνος έλληνας καλλιτέχνης που στην 30η Biennale Βενετίας, για το έργο του "Χρησμός" παίρνει το βραβείο UNESCO, όταν στην ίδια Biennale εκθέτουν οι Fautrier, Hartung, Kline, Buzzi, Vedova που κυριάρχησαν, έκτοτε, στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό στερέωμα και υπήρξαν, ως γνωστό, οι κορυφαίοι της αφαίρεσης.

Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε, από τις άλλες τιμητικές διακρίσεις που δόθηκαν, κατά καιρούς, στον καλλιτέχνη, την απονομή στον Γιάννη Σπυρόπουλο του βραβείου Gottfried von Herder που έγινε από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης το 1978.
Στο δάσος IV
Στο δάσος VI (1958)

Είναι επομένως φυσικό, όταν ανατρέχουμε στους δημιουργούς που σηματοδότησαν την ελληνική τέχνη στον αιώνα μας, αλλά και γενικότερα, να διαπιστώνουμε, ότι ο Γιάννης Σπυρόπουλος καταλαμβάνει την πολύ ξεχωριστή δική του θέση. Καλλιτέχνης με απόλυτη γνώση του υλικού του, γνωρίζει να το χειρίζεται σοφά και χωρίς να υποδουλώνεται σ' αυτό, κατορθώνει να συνδυάζει στους πίνακές του, τη στέρεη δομή, την ακτινοβολία του χρώματος και το θερμό παλμό που κυριαρχεί σ' ολόκληρο το έργο του.

Γιατί είναι αρκετά εύκολο να διαπιστώσει κανείς, ότι σε όλες τις φάσεις της δημιουργίας του καλλιτέχνη, υπήρξε μια απόλυτη λειτουργική συνέχεια, μια σχεδόν θρησκευτική προσήλωση προς το όραμα της αφαίρεσης που οι ρίζες της διαφαίνονται ήδη στα πρώτα σπουδαστικά του τοπία. Άλλωστε η φύση, η μοναδικά πολύμορφη φύση της πατρίδας μας, υπήρξε για τον ακάματο και χαρισματικό Σπυρόπουλο αστείρευτη πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Ακόμα και στα έργα της μεταβατικής του περιόδου εξακολουθεί ο καλλιτέχνης να διατηρεί πολλά από τα στοιχεία του πανέμορφου κόσμου της.

Και θα πρέπει να προσεχθεί στα έργα του, αυτό το πέρασμα από το ρεαλιστικό στο αφαιρετικό, που πραγματοποιείται με συνεχείς μεταμορφώσεις αλλά διατηρεί πάντα τις ίδιες σταθερές:

Ματιέρα - ευαισθησία - τόνος

Για τη ματιέρα του, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς, ότι, στα πρώτα του έργα, αφήνει ακόμη να διακρίνεται η πινελιά. Μετέπειτα όμως δεν επιτρέπει να μας αποκαλυφθεί ούτε ο τρόπος με τον οποίο προετοιμάζει το φόντο, (από τις πιο στέρεες επιφάνειες) ούτε οι διαδοχικές του φάσεις μέχρι την κατάληξη.

Την τεχνική αυτή τελειότητα που ο καλλιτέχνης πέτυχε μετά από μακρά έρευνα και συνεχείς αναζητήσεις, δεν απετέλεσε, σε καμιά περίοδο της δημιουργικής του πορείας, αυτοσκοπό. Υπήρξε μόνον ένα θαυμάσιο εργαλείο και ένα προσωπικό μέσο για την ολοκλήρωση του στόχου του. Γι' αυτό και την απαράμιλλη καλλιτεχνική του τελειότητα ο Σπυρόπουλος την έθετε πάντα στην υπηρεσία του σκοπού του: Να αποτυπώσει στη ζωγραφική επιφάνεια τον εσωτερικό του κόσμο. Έναν κόσμο όμορφο από τον παλλόμενο λυρισμό.

Αυτή η συναισθηματική και καθόλου εγκεφαλική προσέγγιση του κόσμου, διαφαίνεται εύκολα σε όλες τις φάσεις του έργου του. Γιατί ακόμη και στην σκούρα περίοδο, η ελπίδα για ένα καλλίτερο αύριο σηματοδοτείται καθαρά από τη θριαμβευτική παρουσία του κόκκινου χρώματος. Τα έργα του Γιάννη Σπυρόπουλου έχουν το θείο χάρισμα της υψηλής τέχνης, δείχνουν από μακριά το δυναμισμό τους και συνδυάζουν αρμονικά την αρχιτεκτονική δομή με την καθαρή φόρμα και το χρώμα.

Στους πίνακές του συνήθως, υπάρχουν λίγα πράσινα, σχεδόν ποτέ γκρι και σπανιότατα μπλε. Το κόκκινο όμως παρεμβαίνει σχεδόν παντού, άλλοτε σαν μικρή κηλίδα και άλλοτε σαν φωτεινή εστία. Όμως το χρώμα παύει πλέον να χαρακτηρίζει τα αντικείμενα για να γίνει αυτόνομη αξία. Συνήθως ο Σπυρόπουλος ξεκινούσε να ζωγραφίζει χωρίς να έχει προηγηθεί κανένα σχέδιο και άφηνε τον εαυτό του να λειτουργεί απόλυτα ελεύθερα διατηρώντας καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας την πρώτη του συγκίνηση από τη δημιουργία μαζί με την αγωνία και τη λαχτάρα για την ανεύρεση του αυθεντικού, της μιας αλήθειας.

Ταϋγέτα
Ταϋγέτα (1961)
Γιατί ο Σπυρόπουλος δεν ζωγράφιζε για να ευχαριστεί αλλά αναζητούσε με ιερή μανία μιαν απόλυτη ζωγραφική, όπου το χρώμα καθορίζει τη φόρμα και το θέμα. Θέμα χωρίς καμιά πλέον αναφορά στον κόσμο της πραγματικότητας, χωρίς τίποτα το συνηθισμένο από την τάξη των πραγμάτων. Στην πορεία του αυτή ο καλλιτέχνης γίνεται ένα με την τέχνη του και κατορθώνει να συλλάβει μέσα απ' αυτήν ολόκληρο τον κόσμο. Ας μη μας διαφεύγει άλλωστε, ότι όλη η προσπάθεια των κορυφαίων της αφαίρεσης ήταν να επεκτείνουν το πραγματικό πέραν από τη φαινομενική μορφοποίηση και ολόκληρο το κίνημα της αφηρημένης τέχνης κινήθηκε σ' αυτά τα δεδομένα δηλ. στην άρνηση κάθε στοιχείου που θύμιζε την εξωτερική πραγματικότητα.

Σε μια φιλική συζήτηση για το έργο και την προσωπικότητα του Γιάννη Σπυρόπουλου, προβληματιστήκαμε για τις ρίζες του για το "από που βγαίνει το έργο του". Μετά από μακρά και ενδιαφέρουσα συζήτηση καταλήξαμε στην κοινή διαπίστωση της δυσκολοαναγνώσιμης επιρροής που παρουσιάζουν οι δημιουργίες του. Οι ίδιες, πολλές φορές, μας επιβάλλουν να ανατρέξουμε στις μεγάλες εποχές της Αναγέννησης και ίσως στον Ρέμπραντ.
Εικόνα Σ
Εικόνα Σ (1986)

Κυρίως όμως τα έργα του με τους αρχέγονους τύπους, τα πρωτεϊκά σχήματα, τα γραμμικά σύμβολα, τα επιτύμβια σήματα και τις βυζαντινές αναφορές αποπνέουν την πιο βαθιά και γνήσια ελληνικότητα. "Μια φωνή που είναι τόσο ελληνική όσο και καθολική, σύγχρονη όσο και διαχρονική, που αντλεί από αιώνιες αξίες και εκφράζει σύγχρονες ανησυχίες, προσωπικά βιώματα και συναντήσεις με την ιστορία" περιγράφει γλαφυρά ο Χρύσανθος Χρήστου και ο Friedrich Gerke προσθέτει "οι ελληνικές εικόνες του Γιάννη Σπυρόπουλου είναι η πνευματική, πανάρχαια χώρα προς την οποία μας καλεί ο ονειρεμένος ήχος ενός μοναχικού αυλού".

Σ' αυτή τη, χωρίς εγωισμούς, μοναξιά, ο Γιάννης Σπυρόπουλος υπηρετεί συνειδητά το όραμά του σε μιαν αέναη προσπάθεια για τη σύλληψη της τελειότητας. Μιας τελειότητας που δεν αφαιρεί από το έργο του ούτε την ποίηση, ούτε τον λυρισμό, ούτε το συναίσθημα που θα τον ακολουθήσουν μέχρι το τέλος της ζωής του. Μιας ζωής που τελειώνει ήρεμα στις 18 Μαΐου 1990, χωρίς να προλάβει να χαρεί την υλοποίηση του ονείρου του.

Όμως η αγαπημένη του σύντροφος, πιστή στα κοινά τους ιδανικά, συνεχίζει τις προσπάθειες για τη δημιουργία του ιδρύματος όπως είχαν προαποφασίσει και όπου θα διετηρείτο ακέραιο το έργο του καλλιτέχνη για να το γνωρίσει και να το μελετήσει το ευρύτερο κοινό και κυρίως οι νέοι. Έτσι με Π.Δ. συστήνεται το 1991 το Ίδρυμα Γιάννη και Ζωής Σπυροπούλου που διοικείται από επταμελές Δ.Σ. και ισόβιο Πρόεδρο την κ. Ζωή Σπυροπούλου.

Στον πυκνό και ενδιαφέροντα προγραμματισμό του, πέρα από το καθαρά επιστημονικό και ερευνητικό έργο, τον εμπλουτισμό του αρχείου και της βιβλιοθήκης του, περιλαμβάνεται και η δραστηριοποίησή του σε πολλούς πολιτιστικούς τομείς. Υλοποιώντας λοιπόν την επιθυμία των ιδρυτών του καθιέρωσε ετήσια βραβεία και επαίνους για νέους καλλιτέχνες, που κρίνονται από ειδική επιτροπή. Όπως είναι φυσικό, ο κύριος στόχος του Ιδρύματος είναι η δημιουργία των καταλληλότερων προϋποθέσεων για την προβολή και την παρουσίαση του έργου του Γιάννη Σπυρόπουλου.

Ποιητής της αφαίρεσης ο Γιάννης Σπυρόπουλος με απόλυτη αίσθηση του καθήκοντος, ακάματη εργατικότητα, υψηλό ήθος, ανεπιτήδευτη σεμνότητα, συνέπεια λόγων και πράξεων, δωρική σκέψη και γνήσια εικαστική χειρονομία, σηματοδοτεί, πιστεύω, την έννοια του αληθινού δημιουργού που επιβάλλεται φυσικά και αβίαστα και καθοδηγεί στη θέαση του έργου του με τον πρέποντα σεβασμό και τον αρμόζοντα θαυμασμό.

Μαίρη Μιχαηλίδου




© ART TOPOS, 1996
Τελευταία ενημέρωση: 3 Αυγ. 1996
info@artopos.org